(Βασίλης Κολοβός). Ο πατέρας του Γιάννη. Χιουμορίστας και καλοπερασάκιας. Ακόμα και σ’ αυτή την ηλικία το «ματάκι του παίζει». Λάτρης του γυναικείου φύλου. Παλαιό φρικιό, αλλά με νεανικό μυαλό και ευπροσάρμοστος σε κάθε συνθήκη. Την περίοδο της Χούντας ανέπτυξε δράση, έριξε, αλλά και έφαγε πολύ ξύλο, παρά τη συνωνυμία του με τον δικτάτορα Παπαδόπουλο, που μάλλον τον ταλαιπώρησε περισσότερο παρά του άνοιξε πόρτες. Είναι κατά του κράτους, της κυβέρνησης, της αστυνομίας, των τραπεζών και γενικώς οποιασδήποτε εξουσίας. Όταν ο Γιάννης του ζήτησε να έρθουν να μείνουν πίσω στο σπίτι μαζί του, δεν χάρηκε και πάρα πολύ. Του άρεσε η ησυχία του και η βολή του, αφού «δεν θέλει τους τρελούς στο κεφάλι του». Κι ας είναι ο πιο τρελός απ’ όλους. Με τα πολλά, κατέληξε να θρέφει για αρκετό καιρό ολόκληρη την οικογένεια του αχαΐρευτου του γιου του με μια συνταξούλα των 800 ευρώ. Ενδόμυχα χαίρεται που αναγκαστικά τους έχει μαζί του. Καλή-καλή η μοναξιά, αλλά είναι πολύ διασκεδαστικό να έχεις κάποιον για να βρίζεις. Λύνει μανιωδώς Sudoku -για να αποφύγει την άνοια- και είναι σαν να έχει μάτια και στην πλάτη.