Πολιτική
Χρυσοχοΐδης: “Αναγκαστική” η Αστυνομία στα Πανεπιστήμια
Τι είπε ο Υπ. Προστασίας του Πολίτη στην Βουλή, κατά την συζήτηση του νομοσχεδίου για τις αλλαγές στα ΑΕΙ.
«Σε κανέναν δεν αρέσει, ως θέμα αρχής, να είναι η αστυνομία στα Πανεπιστήμια», επισήμανε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη στην ομιλία του στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής για την επεξεργασία και εξέταση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, προσθέτοντας πως είναι, όμως, εδώ που φτάσαμε αναγκαστική πράξη».
«Ίσως η πιο θλιβερή και κραυγαλέα απόδειξη των παραπάνω είναι ότι την πρόσφατη βαρβαρότητα της ΑΣΟΕΕ τη μάθαμε από ανάρτηση των εγκληματιών. Όχι από καταγγελία ή κινητοποίηση των πρυτανικών αρχών.
Η εικόνα της ΑΣΟΕΕ συγκλόνισε και αφύπνισε. Το «ως εδώ» συνοψίζει πιστεύω την κοινή και ομόθυμη κατακραυγή», τόνισε ακόμα ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης.
Αναλυτικά η ομιλία του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη:
«Ο δημόσιος διάλογος για το νομοσχέδιο ήταν έντονος και η συζήτηση στην Επιτροπή το επιβεβαιώνει όχι ως προς τους τύπους, αλλά ως προς το περιεχόμενο. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Η Παιδεία μαζί με τα εθνικά θέματα είναι το πιο ταυτοτικό-ιδεολογικό στοιχείο για κάθε πολιτική παράταξη. Επιπλέον, η Παιδεία είναι και ο ιστορικά σταθερός και πετυχημένος κοινωνικός ανελκυστήρας, ο τρόπος να γλυτώσει ο φτωχός τη μοίρα του. Σήμερα όμως, παράλληλα με τα παραπάνω, η Παιδεία είναι ο ζωτικός τρόπος που έχουμε για να δώσουμε εξέλιξη στο μέλλον μας, να συμμετέχουμε στις εκρηκτικές τεχνολογικές αλλαγές και τις συνέπειες τους.
Είναι, λοιπόν, για όλα αυτά, πεδίο πολιτικών συγκρούσεων. Το ζήτημα κάθε φορά είναι, αν μπορούμε, αυτές τις συγκρούσεις, να τις κάνουμε γόνιμες. Όχι για να συμφωνήσουμε, αλλά για να συνεννοηθούμε! Νομίζω ότι για τα θέματα ασφάλειας και προστασίας στα Πανεπιστήμια, σήμερα συμφωνούμε στα περισσότερα. Με ενδιαφέρει να το τονίσω και να το τεκμηριώσω, ώστε να χτίσουμε πάνω σε αυτό. Συμφωνούμε στη διαπίστωση πως η κατάσταση δεν είναι καλή.
Από άποψη ασφάλειας υποδομών έχουμε θέμα. Να μην το επαναλαμβάνω αναλυτικά. Πυρασφάλεια, σχέδια εκκένωσης, ασκήσεις ετοιμότητας, φοιτητικές εστίες χωρίς καταγραφή, πάσχουν. Δεν έχουμε σχέδια, ετοιμότητα, πρέπει να βιαστούμε, πριν γίνει κανένα κακό.Δεν νομίζω να υπάρχει αντίρρηση σε αυτό. Με την επιμέλεια της διοίκησης κάθε ιδρύματος πρέπει να ξεκινήσουν χθες. Από άποψη ασφάλειας προσώπων, επίσης, νομίζω ότι συμφωνούμε πως εδώ και δεκαετίες υπάρχει, σε σχεδόν σταθερή βάση, υπέρμετρη βία που ασκείται κατά καθηγητών, αλλά και φοιτητών, από ακραία στοιχεία, που συμπεριλαμβάνουν και φοιτητές των σχολών. Το ζήτημα δεν είναι να μετράμε επεισόδια, στιγμές εξόφθαλμα καταδικαστέες. Το κυριότερο είναι να σκεφτούμε ότι στα Πανεπιστήμια υπάρχει, ας το πούμε με τον ηπιότερο τρόπο, μια αμηχανία να πατήσεις κάποιες κόκκινες γραμμές σκέψης. Υπάρχει εδώ μέσα κάποιος που το θέλει αυτό; Νομίζω, και συνοψίζω ότι σε όλα τα παραπάνω, δηλαδή ασφάλεια υποδομών, προστασία προσώπων, ελεύθερη, απρόσκοπτη κυκλοφορία ιδεών έχουμε σταθερά, μικρότερο ή μεγαλύτερο πρόβλημα. Και συμφωνούμε όλοι σε αυτό, συγκλίνουμε.
Εκεί που δεν συγκλίνουμε, είναι στο πώς, στους τρόπους δηλαδή να αλλάξουν τα παραπάνω. Η διαφωνία, η κόκκινη γραμμή είναι η παρουσία αστυνομίας στα Πανεπιστήμια. Αν και αυτό το αναλύσουμε, μη σας φανεί περίεργο, αλλά επί της αρχής ούτε εδώ διαφωνούμε. Να το πω απλά. Κανένας δεν θέλει θεωρητικά την αστυνομία στα Πανεπιστήμια. Η Αστυνομία η ίδια, το θέλει λιγότερο από όλους. Δεν είναι δουλειά μας τα Πανεπιστήμια, δουλειά μας είναι να κυνηγάμε το οργανωμένο έγκλημα, το έχω πει πολλές φορές. Ξέρετε όμως, δουλειά μας δεν είναι ούτε να ελέγχουμε τους πολίτες, που κυκλοφορούν, αλλά δυστυχώς λόγω covid το κάνουμε.
Θέλω να πω ότι η αστυνομία είναι το μέτρο ύστατης καταφυγής, όταν αποδεδειγμένα το σύστημα δεν δουλεύει, όπως είπαμε.
Είναι αναγκαστική πράξη. Δεν είναι ιδεολογική επιλογή, δεν θα το βρείτε στο πρόγραμμα κανενός κόμματος, δεν θα το ακούσετε ως πρώτη επιλογή από το στόμα κανενός πολιτικού εκπροσώπου. Ως επιλογή επαναλαμβάνω.
Κατά συνέπεια δεν χρειάζονται πολλά λόγια, ούτε υπογραφές, ούτε φασαρίες για να συμφωνήσουμε και σε αυτό.
Το διατυπώνω: Σε κανέναν δεν αρέσει, ως θέμα αρχής, να είναι η αστυνομία στα Πανεπιστήμια.
Αν μέχρι εδώ συμφωνούμε ας πάμε παρακάτω, δηλαδή στο δια ταύτα.
Πως θα αλλάξουμε την κατάσταση;
Είναι τέσσερις θεωρητικά οι επιλογές:
- Με την ευθύνη του Πρύτανη αλλά με σεκιούριτι, όχι με Αστυνομία.
- Με την ευθύνη του Πρύτανη, στον οποίο θα υπάγεται η Αστυνομία
- Με την συνεργασία Αστυνομίας – Πρύτανη αλλά με υπαγωγή στην Αστυνομία.
- Με την ευθύνη της Αστυνομίας χωρίς συνεργασία με τον Πρύτανη.
- Η τελευταία πρόταση δεν συζητιέται, δεν έχει νομιμότητα και νομιμοποίηση..
Οι άλλες τρεις έχουν υπέρ και κατά.
Αυτό που θα κάνει το νομοσχέδιο πετυχημένο θα είναι αν ξεκινώντας από την πρόταση 3 (υπαγωγή στην Αστυνομία και συνεργασία με τον Πρύτανη) καταλήξουμε σταδιακά, το δυνατόν συντομότερο, στην πρόταση 1. Δηλαδή ευθύνη του Πρύτανη και σεκιούριτι. Στην κατάσταση, δηλαδή, που επικρατεί στα περισσότερα μέρη της Ευρώπης και του κόσμου.
Αυτός είναι ο στόχος, αλλά δυστυχώς δεν μπορεί να είναι το πρώτο βήμα. Η ευθύνη του πρύτανη, δηλαδή η δυνατότητα και ικανότητα των πρυτανικών αρχών να εφαρμόσουν από μόνες τους, με διάρκεια, ένα σχέδιο προστασίας και ασφάλειας δυστυχώς δεν υποστηρίζεται από τα γεγονότα. Ο πρότερος βίος δεν είναι υπέρ τους. Γιατί θα πετύχουν σήμερα, εκεί που αποτυγχάνουν επί δεκαετίες; Αυτός είναι ο λόγος που η 2η πρόταση, δηλαδή η υπαγωγή σήμερα αστυνομικών δυνάμεων στην πρυτανεία δεν είναι δυστυχώς ρεαλιστική.
Να το πούμε αλλιώς. Η συνήθειά τους να διευθύνουν, ανεχόμενοι και συνυπάρχοντας με τις ακραίες βίαιες μειοψηφίες, δεν αποτελεί προσόν, είναι μέρος του προβλήματος. Είναι κατά κάποιο τρόπο εθισμένοι στην απειλή κακοποίησης θεωρώντας τη αναγκαίο κακό.
Ίσως η πιο θλιβερή και κραυγαλέα απόδειξη των παραπάνω είναι ότι την πρόσφατη βαρβαρότητα της ΑΣΟΕΕ τη μάθαμε από ανάρτηση των εγκληματιών. Όχι από καταγγελία ή κινητοποίηση των πρυτανικών αρχών. Η εικόνα της ΑΣΟΕΕ συγκλόνισε και αφύπνισε. Το «ως εδώ» συνοψίζει πιστεύω την κοινή και ομόθυμη κατακραυγή. Νομίζω πως συμφωνούμε πως αυτό που έγινε συνιστά ντροπή. Όχι για τους πρυτάνεις αλλά για την πολιτεία διαχρονικά. Οι πρυτάνεις είναι ακαδημαϊκοί, η δουλειά τους δεν είναι η αντιμετώπιση της βίας. Εδώ που φτάσαμε, αυτό είναι δουλειά της Αστυνομίας, με την έννοια που περιέγραψα παραπάνω, της ύστατης καταφυγής. Μακάρι σε μερικά χρόνια η Αστυνομία να μην χρειάζεται ούτε μέσα ούτε έξω από τα Πανεπιστήμια. Σήμερα, το να λέμε πως μπορεί να γίνει αλλιώς, νομίζω πως υποτιμά τη νοημοσύνη. Τα Πανεπιστήμια είναι αυτοδιοίκητα, αλλά όχι χωρίς τον κοινό έλεγχο, ούτε χωρίς τη δυνατότητα κριτικής των πεπραγμένων τους.
Έχουν αποτύχει στην αντιμετώπιση της βίας με πρώτα θύματα τους ίδιους, είναι δυστυχώς μια τρύπα στο κράτος δικαίου και η πολιτεία είναι δυο φορές υπεύθυνη αν κάτσει με σταυρωμένα χέρια. Αυτή είναι, κυρίες και κύριοι βουλευτές, η πραγματικότητα για το επίμαχο θέμα. Μια απλή κατανόηση, καθόλου ευχάριστη της πραγματικότητας και μια απόφαση, όπως έγινε και σε τόσα άλλα θέματα, να μπει τέλος στον παραλογισμό. Μόνο έτσι μπορεί να καταλάβει κανείς και το παράδοξο με την κοινή γνώμη. Η πλειοψηφία των Πανεπιστημιακών, τα περισσότερα κόμματα να αντιδρούν στον νόμο και η πλειοψηφία των πολιτών, με τους μισούς και παραπάνω από τους ψηφοφόρους της αντιπολίτευσης να συμφωνεί. Ο κόσμος ξέρει, ζει και καταλαβαίνει το αναγκαίο κακό. Θα σας πω δυο συναφή, όπου οι πολλές φωνές, οι φόβοι και οι αναφορές σε μαύρες για τη δημοκρατία εποχές δεν οδήγησαν πουθενά.
Η κατάργηση του ακαταδίωκτου, του ατιμώρητου, που πολλοί το λένε άδικα κατάργηση του ασύλου, βοήθησε στο να μειωθούν σημαντικά όχι τόσο οι παραβατικές, αλλά οι καθαρά εγκληματικές συμπεριφορές και στην ΑΣΟΕΕ και στο Μετσόβιο, και στις φοιτητικές εστίες και στου Ζωγράφου και στην Θεσ/νικη. Γιάφκες, ναρκωτικά, παρεμπόριο, ορμητήρια κάθε είδους καταργήθηκαν. Αυτά καταργήθηκαν, το άσυλο στους εγκληματίες. Ποιο άσυλο ιδεών πειράχτηκε; Τι έγινε ένα χρόνο; Εμποδίστηκαν οι ιδέες ή οι ναρκοέμποροι, και όσοι είχαν σπορ να καίνε κάδους, λεωφορεία και αστυνομικούς κάθε Σαββατοκύριακο; Δηλαδή αποκαταστάθηκε μια στοιχειώδης λειτουργία στα Ιδρύματα και τους γύρω χώρους. Το ίδιο με τον νόμο για τις συναθροίσεις. Θεωρήθηκε casus belli, οι δηλώσεις, οι αντι-συνταγματικότητες, οι χαρακτηρισμοί, οι ακρότητες περί 1961 και Χούντες ξανακούστηκαν!
Και τι έγινε; Εμποδίστηκε κανείς να διαδηλώσει; ΟΧΙ. Εμποδίστηκαν μόνο οι 50, 100, να κλείνουν τους δρόμους. Επίσης υποχρεώθηκε η Αστυνομία για να εφαρμόσει τον νόμο να αλλάξει επιχειρησιακό δόγμα. Να αναγνωρίσει για πρώτη φορά ότι η διαχείριση συναθροίσεων είναι θέμα συνεννόησης και όχι καταστολής. Έβλαψαν τη δημοκρατία μας όλα αυτά;
Γι’ αυτό, λοιπόν, το λέω στην Επιτροπή, θα το πω και στην Ολομέλεια. Το δίλημμα δεν είναι δημοκρατία ή αστυνομικό κράτος, αστυνομία ή όχι στα πανεπιστήμια. Το δίλημμα είναι συνεχίζουμε να κάνουμε τα στραβά μάτια και σε κάθε Μπουραντώνη αγανακτούμε για τρείς μέρες ή έχουμε το θάρρος να λύσουμε το θέμα γιατί δεν ανέχεται άλλο η δημοκρατική μας συνείδηση αυτόν τον ευτελισμό;
Η απάντηση για αυτή την κυβέρνηση είναι αυτονόητη. Κάτω από το χαλί δεν έκρυψε ούτε κρύβει, ούτε θα κρύψει πρόβλημα.»