Κόσμος
Σύνοδο Κορυφής των 5 μονίμων μελών του ΣΑ του ΟΗΕ προαναγγέλλει ο Πούτιν
Άρθρο του Ρώσου προέδρου με αφορμή τα 75 χρόνια του "Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου" (1941-1945)
"Η Συνάντηση Κορυφής Ρωσίας, Κίνας, Γαλλίας, ΗΠΑ και Μεγάλης Βρετανίας θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εξεύρεση κοινών απαντήσεων στις σύγχρονες απειλές. Μπορούμε και πρέπει να εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον. Αυτή η εμπιστοσύνη θα αποτελέσει βάση για συντονισμένες δράσεις για την ενίσχυση της ασφάλειας στον πλανήτη. Χωρίς υπερβολές, σ’ αυτό συνίσταται το κοινό μας καθήκον και η ευθύνη απέναντι σε όλο τον κόσμο", επισημαίνει ο Ρώσος Πρόεδρος σε άρθρο του για τον "Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο" (1941-1945).
Αναλυτικά το άρθρο του Βλαντιμιρ Πούτιν:
Πέρασαν 75 χρόνια από το τέλος του Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου (1941-1945). Για τους δικούς μου γονείς ήταν τα τρομερά χρόνια στο αποκλεισμένο Λένινγκραντ, όπου πέθανε ο αδερφός μου Βίκτωρ δύο ετών, όπου από θαύμα έμεινε ζωντανή η μητέρα μου. Ο πατέρας μου, παρότι του είχε χορηγηθεί απαλλαγή, πήγε εθελοντής να υπερασπίζεται την πόλη του. Πολεμούσε στο προγεφύρωμα «Nevsky Pyatachok», τραυματίστηκε βαριά.
Ευθύνη μας απέναντι στο παρελθόν και το μέλλον είναι να κάνουμε το παν για να αποτρέψουμε την επανάληψη των τρομερών τραγωδιών. Γι’ αυτό και θεώρησα καθήκον μου να μιλήσω μ’ αυτό το άρθρο για το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.
Θα υπενθυμίσω για άλλη μια φορά κάτι το αυτονόητο: οι βαθύτατες αιτίες του Β’ παγκοσμίου πολέμου βρίσκονται εν πολλοίς στις αποφάσεις που πάρθηκαν στο κατόπι του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου. Η Συνθήκη των Βερσαλλιών στάθηκε για τη Γερμανία σύμβολο βαθιάς αδικίας. Ο Αρχιστράτηγος των συμμαχικών δυνάμεων, Γάλλος στρατάρχης Φερντινάν Φος χαρακτήρισε προφητικά τη Συνθήκη: «Δεν είναι ειρήνη, είναι ανακωχή για είκοσι χρόνια».
Αυτή ακριβώς η εθνική ταπείνωση είχε διαμορφώσει το κατάλληλο περιβάλλον για τις ακραίες και ρεβανσιστικές διαθέσεις στη Γερμανία. Οι ναζιστές, εκμεταλλευόμενοι εντέχνως αυτά τα συναισθήματα, έχτιζαν την προπαγάνδα τους, υποσχόμενοι να απαλλάξουν τη Γερμανία από τη «βαριά κληρονομιά των Βερσαλλιών», να αποκαταστήσουν την πάλαι ποτέ δύναμή της, και στην ουσία ωθούσαν το γερμανικό λαό στο νέο πόλεμο. Παραδόξως, σ΄αυτό άμεσα ή έμμεσα συνέβαλαν τα δυτικά κράτη, πρωτίστως η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ. Οι οικονομικοί και βιομηχανικοί τους κύκλοι αρκετά ενεργά επένδυαν τα κεφάλαιά τους στα γερμανικά εργοστάσια και τις φάμπρικες.
Ένα από τα βασικότερα αποτελέσματα του Α’ Παγκοσμίου πολέμου ήταν η ίδρυση της Κοινωνίας των Εθνών. Αλλά η Κοινωνία των Εθνών, όπου κυριαρχούσαν τα κράτη-νικητές, η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία, υπέδειξε την αναποτελεσματικότητά της και απλά χάθηκε στις ανούσιες συζητήσεις. Στην Κοινωνία των Εθνών και γενικώς στην ευρωπαϊκή ήπειρο δεν εισακούστηκαν οι επαναλαμβανόμενες εκκλήσεις της Σοβιετικής Ένωσης για τη δημιουργία ενός δίκαιου συστήματος συλλογικής ασφάλειας. Συγκεκριμένα, να υπογραφούν η Ανατολική Συνθήκη και η Συνθήκη Ειρηνικού, που θα αποτελούσαν ανάχωμα στις επιθετικές διαθέσεις.
Η Κοινωνία των Εθνών δεν κατάφερε να αποτρέψει συγκρούσεις σε διάφορα μέρη του κόσμου. Και όσον αφορά τη Συμφωνία του Μονάχου, όπου εκτός από τον Χίτλερ και του Μουσολίνι συμμετείχαν και οι αρχηγοί της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας, αυτή οδήγησε, με πλήρη συγκατάθεση της Κοινωνίας των Εθνών, στο διαμελισμό της Τσεχοσλοβακίας. Θέλω να σημειώσω σχετικά, ότι σε αντίθεση με πολλούς τότε αρχηγούς της Ευρώπης, ο Στάλιν δεν έχει εκτεθεί με προσωπική συνάντηση με τον Χίτλερ, τον οποίον θεωρούσαν τότε στους δυτικούς κύκλους καθόλα αξιοσέβαστο πολιτικό, καλοδεχούμενο στις πρωτεύουσες της Ευρώπης.
Στο διαμελισμό της Τσεχοσλοβακίας μαζί με τη Γερμανία συμμετείχε και η Πολωνία. Εξαρχής και από κοινού αποφάσιζαν ποια μέρη της Τσεχοσλοβακίας θα πάρει η καθεμιά τους.
Ο διαμελισμός της Τσεχοσλοβακίας ήταν σκληρός και κυνικός. Το Μόναχο έδειξε, πως οι αμοιβαίες συμφωνίες δεν τις λογαριάζει καθόλου. Η Συμφωνία του Μονάχου έγινε εκείνη η σκανδάλη, η οποία, αν πατιόταν, ήταν αδύνατον πλέον να αποτραπεί ένας μεγάλος πόλεμος στην Ευρώπη.
Σήμερα οι πολιτικοί της Ευρώπης, πρωτίστως της Πολωνίας, θα ήθελαν να «αποσιωπήσουν» το Μόναχο. Η Βρετανία, καθώς και η Γαλλία, που ήταν τότε κύριοι σύμμαχοι των Τσέχων και Σλοβάκων, προτίμησαν να ξεχάσουν τις εγγυήσεις που δόθηκαν για να αποτραπεί ο κατασπαραγμός αυτής της ανατολικοευρωπαϊκής χώρας. Δεν την παράτησαν απλά, αλλά σκόπευαν να κατευθύνουν τις διαθέσεις της Γερμανίας προς την Ανατολή, ώστε να γίνει αναπόφευκτη η σύγκρουση της Γερμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης και η αφαίμαξη των αμφοτέρων. Η Συμφωνία του Μονάχου έδειξε στη Σοβιετική Ένωση, ότι τα δυτικά κράτη θα λύνουν τα ζητήματα της ασφάλειας χωρίς να υπολογίζουν τα συμφέροντά της, και με κάθε ευκαιρία μπορούν να δημιουργήσουν το αντισοβιετικό μέτωπο.
Η Σοβιετική Ένωση ως την τελευταία στιγμή προσπαθούσε να αξιοποιήσει κάθε ευκαιρία για δημιουργία μιας αντιχιτλερικής συμμαχίας, παρά τη διπρόσωπη στάση των δυτικών χωρών. Έτσι από τις υπηρεσίες πληροφοριών η σοβιετική ηγεσία λάμβανε λεπτομερείς πληροφορίες για τις παρασκηνιακές επαφές μεταξύ Γερμανίας και Αγγλίας το καλοκαίρι του 1939. Θέλω να τονίσω: οι επαφές ήταν εντατικές και σχεδόν ταυτόχρονες με τις τριμερείς διαβουλεύσεις των εκπροσώπων της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας και της ΕΣΣΔ, οι οποίες εκ μέρους των δυτικών εταίρων σκόπιμα «σέρνονταν».
Στην κατάσταση, που διαμορφώθηκε, η Σοβιετική Ένωση έχει υπογράψει με τη Γερμανία το Σύμφωνο μη Επίθεσης, και ουσιαστικά το έκανε τελευταία από τις χώρες της Ευρώπης. Και όλα αυτά υπό την πραγματική απειλή αντιμετώπισης πολέμου στα δύο μέτωπα – με τη Γερμανία στα δυτικά και την Ιαπωνία στα ανατολικά.
Ο Στάλιν και το περιβάλλον του αξίζουν να κατηγορηθούν για πολλά και δικαίως του λόγου. Αλλά όχι για την άγνοια σχετικά με τον χαρακτήρα των εξωτερικών απειλών. Έβλεπαν ξεκάθαρα, ότι γίνεται προσπάθεια να στηθεί η Σοβιετική Ένωση απέναντι στη Γερμανία και τους συμμάχους της, και έπρατταν ανάλογα, συνειδητοποιώντας αυτή την πραγματική απειλή για να κερδίσουν τον πολύτιμο χρόνο για να ενισχύσουν την άμυνα της χώρας.
Θα ήταν αφελές να πιστέψει κανείς, ότι, τελειώνοντας με την Τσεχοσλοβακία, ο Χίτλερ δε θα είχε εγείρει επόμενες εδαφικές αξιώσεις. Αυτή τη φορά ενάντια στον πρόσφατο σύμμαχό της στο διαμελισμό της Τσεχοσλοβακίας, στην Πολωνία.
Η τραγωδία που ακολουθούσε, βαραίνει αποκλειστικά τη συνείδηση της τότε πολωνικής ηγεσίας, που εμπόδισε την υπογραφή της συμφωνίας ανάμεσα στην Αγγλία, τη Γαλλία και την ΕΣΣΔ και εναπόθεσε τις ελπίδες στη βοήθεια των δυτικών εταίρων, εκθέτοντας μ’ αυτόν τον τρόπο το λαό του στη ναζιστική μηχανή καταστροφής. Οι δυτικοί εταίροι δε δικαίωσαν τις προσδοκίες της Πολωνίας.
Αργότερα, στη Δίκη της Νυρεμβέργης οι Γερμανοί στρατηγοί προσπάθησαν να εξηγήσουν την τόσο γρήγορη επιτυχία τους στην Ανατολή, και ο πρώην Αρχηγός του Επιτελείου Επιχειρήσεων της Ανώτατης Διοίκησης της Βέρμαχτ Α. Γιοντλ ανέφερε το εξής: «... Αν το 1939 δεν είχαμε ακόμα ηττηθεί, αυτό το οφείλουμε στο γεγονός, ότι περίπου 110 γαλλικές και αγγλικές μεραρχίες, που πολεμούσαν στον πόλεμό μας με την Πολωνία στα δυτικά ενάντια στις 23 γερμανικές μεραρχίες, ήταν παντελώς αδρανείς».
Αμέσως μετά την επίθεση κατά της Πολωνίας, τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου του 1939, το Βερολίνο επίμονα και επανειλημμένα καλούσε τη Μόσχα να συμμετέχει στις πολεμικές επιχειρήσεις. Η σοβιετική ηγεσία αγνοούσε αυτές τις εκκλήσεις. Παρά μόνο όταν έγινε πλέον σαφές, ότι η μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία δεν έχουν σκοπό να βοηθήσουν τον σύμμαχό τους, και το Βέρμαχτ έχει τις ικανότητες να καταλάβει ταχύτατα όλη την Πολωνία και στην ουσία να βρεθεί κοντά στο Μινσκ, στις 17 Σεπτεμβρίου πάρθηκε η απόφαση να οδηγηθούν οι μονάδες του Κόκκινου στρατού στις ανατολικές παραμεθόριες περιοχές, που σήμερα είναι τμήματα των εδαφών της Λευκορωσίας, της Ουκρανίας και της Λιθουανίας. O Χίτλερ προσπαθούσε επανειλημμένα να ωθήσει την ΕΣΣΔ στην αντιπαράθεση με τη Μεγάλη Βρετανία, η σοβιετική ηγεσία όμως δεν ενέδωσε.
Ο Χίτλερ έκανε την τελευταία προσπάθεια να πείσει την Σοβιετική Ένωση για κοινή δράση κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του Μολότοφ στο Βερολίνο το Νοέμβριο του 1940. Αλλά ο Μολότωφ ακολούθησε κατά γράμμα τις οδηγίες του Στάλιν και περιορίστηκε στις πολύ γενικές συζητήσεις για την ιδέα των Γερμανών σχετικά με τη συμμετοχή της ΕΣΣΔ στη Συνθήκη των Τριών, στη Συμμαχία της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Ιαπωνίας, που έχει υπογραφεί το Σεπτέμβριο του 1940. Και ήδη το Δεκέμβριο, παραμερίζοντας όλες τις προειδοποιήσεις των στρατηγών το για το καταστροφικό κίνδυνο του πολέμου στα δύο μέτωπα, υπέγραψε το «Σχέδιο Μπαρμπαρόσα». Το έκανε, αφού συνειδητοποιούσε, ότι η Σοβιετική Ένωση αποτελεί κύρια δύναμη, που του αντιτίθεται στην Ευρώπη, και η μελλοντική αναμέτρηση στην Ανατολή θα είναι αποφασιστική για την έκβαση του παγκοσμίου πολέμου. Όσον αφορά την εκστρατεία στη Μόσχα, ήταν σίγουρος, πως θα είναι γρήγορη και επιτυχής.
Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος δεν ξεκίνησε ξαφνικά. Και η επίθεση της Γερμανίας κατά της Πολωνίας δεν ήταν αναπάντεχη. Ήταν αποτέλεσμα πολλών συγκυριών και παραγόντων εκείνης της περιόδου. Αλλά αναμφισβήτητα εκείνο, που έχει προκαθορίσει τη μεγαλύτερη τραγωδία στην ιστορία της ανθρωπότητας, ήταν ο εγωισμός των κρατών, η δειλία, η υποχώρηση μπροστά στον εισβολέα, που γινόταν όλο και πιο ισχυρός, η ανετοιμότητα των πολιτικών ελίτ για αναζήτηση του συμβιβασμού.
Γι΄αυτό είναι ανέντιμο να ισχυρίζεται κανείς, ότι η διήμερη επίσκεψη στη Μόσχα του ναζιστή Υπουργού Εξωτερικών Ρίμπεντροπ ήταν η βασική αιτία για το ξεκίνημα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Όλες οι κύριες χώρες στον ένα ή τον άλλο βαθμό έχουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης για το ξεκίνημά του.
Το γράφω χωρίς να έχω παραμικρή πρόθεση να κατηγορήσω τους μεν και να αθωώσω τους δε. Όμως πολλοί από τους εταίρους μας όλο και ανεβάζουν τις διαστάσεις των πληροφοριακών επιθέσεων κατά της χώρας μας. Βγάζουν βαθιά υποκριτικές πολιτικοποιημένες ανακοινώσεις. Έτσι, π.χ., το Ψήφισμα «Για τη σημασία διατήρησης της ιστορικής μνήμης για το μέλλον της Ευρώπης», που εγκρίθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου του 2019 από το Ευρωκοινοβούλιο, κατηγόρησε ευθέως την ΕΣΣΔ – μαζί με τη ναζιστική Γερμανία – για την εξαπόλυση του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Είναι αυτονόητο, ότι δεν υπάρχει καμιά μνεία για τη Συνφωνία του Μονάχου.
Εκτός από την απειλή για τις θεμελιώδεις αρχές της παγκόσμιας τάξης, εδώ υπάρχει και μια άλλα, ηθική πλευρά. Ο χλευασμός, η διαστρέβλωση της μνήμης αποτελεί όνειδος.
Στη συντριβή του ναζισμού – ό, τι και αν προσπαθούν να αποδείξουν σήμερα – η αποφασιστική συνεισφορά ήταν της Σοβιετικής Ένωσης. 75% όλων των προσπαθειών της αντιχιτλερικής συμμαχίας ανήκουν στην ΕΣΣΔ. Στις 27 Σεπτεμβρίου του 1944, στην επιστολή προς τον Στάλιν ο Τσόρτσιλ έγραφε, ότι «ο ρωσικός στρατός ήταν αυτός, που ξεκοίλιασε τη γερμανική πολεμική μηχανή...» Σχεδόν 27 εκατομμύρια σοβιετικοί πολίτες σκοτώθηκαν στα μέτωπα, στη γερμανική αιχμαλωσία, πέθαναν από πείνα ή σκοτώθηκαν στους βομβαρδισμούς, στα γκέτο και στους φούρνους των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, Η ΕΣΣΔ έχασε κάθε έβδομο πολίτη της χώρας του, η Μεγάλη Βρετανία- έναν στους 127, και οι ΗΠΑ – έναν στους 320.
Ο πυρήνας της αντιχιτλερικής συμμαχίας άρχισε να διαμορφώνεται αμέσως μετά την επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης, όταν οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία την έχουν στηρίξει ασυζητητί στον αγώνα κατά της χιτλερικής Γερμανίας. Στη Διάσκεψη της Τεχεράνης το 1943 οι Στάλιν, Ρούζβελτ και Τσόρτσιλ έχουν φτιάξει Συμμαχία των Μεγάλων χωρών.
Η ΕΣΣΔ τηρούσε απόλυτα τις υποχρεώσεις απέναντι στους συμμάχους της, πάντα άπλωνε χείρα βοηθείας. Έτσι, με της μεγάλης κλίμακας επιχείρηση «Μπαγκρατιόν» στη Λευκορωσία ο Κόκκινος Στρατός στήριξε την απόβαση των Άγγλων και των Αμερικανών στη Νορμανδία. Το Ιανουάριο του 1945, προχωρώντας προς τον ποταμό Όντερ, οι μαχητές μας έβαλαν τέλος στην τελευταία ισχυρή επίθεση του Βέρμαχτ στο Δυτικό μέτωπο, στις Αρδέννες. Και τρεις μήνες μετά τη νίκη στον πόλεμο κατά της Γερμανίας, η ΕΣΣΔ, ακολουθώντας τη Συνθήκη της Γιάλτας, κήρυξε πόλεμο στην Ιαπωνία και νίκησε την τεράστια στρατιά του Κβαντούν.
Το 1945 έκαναν την εμφάνιση και τα πυρηνικά όπλα. Η διευθέτηση των διαφωνιών με τις μεθόδους βίας έγιναν εξαιρετικά επικίνδυνες. Η θλιβερή εμπειρία της Κοινωνίας των Εθνών ελήφθη υπόψη το 1945. Η δομή του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ διαμορφώθηκε έτσι, ώστε οι εγγυήσεις της ειρήνης να γίνουν στο μέγιστο συγκεκριμένες και αποτελεσματικές. Έτσι, γεννήθηκε ο θεσμός μόνιμων μελών του ΣΑ και το δικαίωμα του βέτο ως προνόμιο και ευθύνη τους. Τι σημαίνει το δικαίωμα του βέτο; Είναι η μοναδική λογική εναλλακτική στην άμεση σύγκρουση μεταξύ των μεγαλύτερων χωρών. Το γεγονός, ότι ο ψυχρός πόλεμος δεν κατέληξε στο Γ’ Παγκόσμιο πόλεμο, επιβεβαίωσε θριαμβευτικά την αποτελεσματικότητα των συμφωνιών των «Τριών Μεγάλων». Οι αρχές λειτουργίας του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι ο μοναδικός μηχανισμός αποτροπής μιας παγκόσμιας σύγκρουσης.
Σήμερα, όπως και το 1945, πρέπει να δείξουμε πολιτική βούληση και συνάμα να συζητήσουμε το μέλλον. Οι εταίροι μας, κύριοι Σι Τζινπίνγκ, Μακρόν, Τραμπ, Τζόνσον, έχουν υποστηρίξει τη ρωσική πρωτοβουλία για διεξαγωγή της συνάντησης Αρχηγών των πέντε πυρηνικών κρατών, μόνιμων μελών του ΣΑ. Πρώτα απ’ όλα είναι σκόπιμο να συζητήσουμε βήματα για την ανάπτυξη των συλλογικών αρχών στις παγκόσμιες υποθέσεις, να μιλήσουμε ειλικρινά για τα ζητήματα διατήρησης της ειρήνης, ενίσχυσης της παγκόσμιας και της περιφερειακής ασφάλειας, ελέγχου των στρατηγικών εξοπλισμών, συλλογικών ενεργειών στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού.
Η Συνάντηση Κορυφής Ρωσίας, Κίνας, Γαλλίας, ΗΠΑ και Μεγάλης Βρετανίας θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εξεύρεση κοινών απαντήσεων στις σύγχρονες απειλές. Μπορούμε και πρέπει να εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον. Αυτή η εμπιστοσύνη θα αποτελέσει βάση για συντονισμένες δράσεις για την ενίσχυση της ασφάλειας στον πλανήτη. Χωρίς υπερβολές, σ’ αυτό συνίσταται το κοινό μας καθήκον και η ευθύνη απέναντι σε όλο τον κόσμο.
Ακολουθήστε το antenna.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις!